ΒΡΙΣΚΕΣΤΕ ΕΔΩ: ΕΙΔΗΣΕΙΣ » ΠΟΛΙΤΙΚΗ » ΓΕΛOIOΓΡΑΦΙΕΣ |
|
Του Γιάννη Ιωάννου

Ιούνιος 2010
Ο Μεσαίωνας που επιχειρούν να επιβάλλουν κυβέρνηση-ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ μπορεί και πρέπει ν’ αποτραπεί!
Η χώρα μας δεν ανήκει στο ΔΝΤ και στους τραπεζίτες!
Οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που συμβαίνουν το τελευταίο χρονικό διάστημα δείχνουν πως ο ελληνικός λαός και η χώρα μας κινδυνεύει. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (μετά τα όσα έχει υπογράψει στο «μνημόνιο» με το ΔΝΤ, την ΕΕ και την ΕΚΤ) ετοιμάζεται να παραδώσει περιουσιακά στοιχεία, επιχειρήσεις του δημοσίου, υποδομές της χώρας σε ντόπια και ξένα επιχειρηματικά συμφέροντα, με τη γνωστή μέθοδο του ξεπουλήματος (των αποκρατικοποιήσεων).
Τα αποτελέσματα από την παρέμβαση του ΔΝΤ, σε όποιες χώρες αυτό έχει παρέμβει, είναι γνωστά :
Η κυβέρνηση αφού παρέδωσε τη χώρα και τα κοινωνικά, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων βορά για τη σταθεροποίηση και αύξηση του ποσοστού κέρδους των επιχειρηματιών, επιχειρεί να μας εξαπατήσει για τις δήθεν συμφέρουσες (για το ελληνικό δημόσιο) συμφωνίες που πρόκειται να κλείσει ως «ατζέντης» με επιχειρηματικούς ομίλους.
Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι θα πρέπει να γνωρίζουν πως καθημερινά, μετά την αισχρή παράδοση της χώρας στο ΔΝΤ και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα, τεράστια ποσά χρημάτων κλέβονται από το ΑΕΠ της χώρας και στέλνονται στους κατόχους ομολόγων-τραπεζίτες για την αποπληρωμή των ήδη ληστρικά επιβληθέντων τόκων. Η εγκληματική συνέχιση αποπληρωμής των ληστρικών αυτών τόκων στους τραπεζίτες είναι υπολογισμένο πως οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του δημόσιου χρέους και, σε κάποιο διάστημα, και στην επίσημη πτώχευση της χώρας. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στην παρούσα φάση κάνει τη «βρόμικη δουλειά» για λογαριασμό των επιχειρηματιών και του κεφαλαίου, καταδικάζοντας το σύνολο του κόσμου της εργασίας και των συνταξιούχων σε πρωτοφανή επίπεδα φτώχειας και εξαθλίωσης. Στους μόνους που λογοδοτεί πλέον είναι στους τραπεζίτες και στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, γι’ αυτό είναι μια επικίνδυνη κυβέρνηση για την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας.
Οι στιγμές είναι ιστορικές για τη χώρα μας και το μέλλον των παιδιών μας.
Αν δεν υπάρξει συντονισμένη κοινωνική και πολιτική αντίδραση απέναντι στο σύνολο της πολιτικής της κυβέρνησης αχυρανθρώπων του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα διαπιστώσουμε ότι έχει συντελεστεί μια δίχως προηγούμενο κοινωνική καταστροφή. Απαιτείται, λοιπόν, η δυναμική κινητοποίηση όλων και η εγκατάλειψη άμεσα της αδράνειας που προκαλεί η αντικοινωνική πολιτική της κυβέρνησης.
Η μόνη οδός σωτηρίας μας από την επερχόμενη πτώχευση όλων είναι η μαζική και γενικευμένη κοινωνική εξέγερση, με σκοπό την ανατροπή και εκδίωξη της κυβέρνησης.
Οι πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης δείχνουν ότι ο «εχθρός» βρίσκεται εντός των «τειχών» της χώρας : αυτός είναι οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα
Η γενίκευση της φτώχειας και το ξεπούλημα της χώρας μας
δεν είναι μονόδρομος!
Η κυβέρνηση εδώ και καιρό ψεύδεται και κινδυνολογεί ασύστολα σε όλα τα ζητήματα, προκειμένου να τρομοκρατήσει την ελληνική κοινωνία και να δημιουργήσει «τετελεσμένα» σε μια σειρά από ζητήματα που έχει προαποφασίσει. Έτσι λειτούργησε, προκειμένου να σύρει τη χώρα στη «μέγγενη» του ΔΝΤ και της ΕΚΤ έτσι λειτουργεί και τώρα, προκειμένου να διαλύσει το υπάρχον καθεστώς εργασιακών σχέσεων και κοινωνικής ασφάλισης. Παραπληροφορεί και βαφτίζει «μηχανισμό στήριξης» το μηχανισμό κατοχής της χώρας μας, αποκρύπτοντας πως η προσφυγή στο μηχανισμό αυτόν εξυπηρετεί κύρια κι αποκλειστικά το συμφέρον των τραπεζιτών και των κατόχων ελληνικών ομολόγων, αφού τους εξασφαλίζει τη δυνατότητα να απομυζούν τον ελληνικό λαό, εισπράττοντας για κάποιο ακόμη χρονικό διάστημα υπερκέρδη από τόκους και χρεολύσια. Τη στιγμή που η χώρα μας τη δεκαετία 2001-2009 έχει πληρώσει στους δανειστές της μιάμιση φορά το τρέχον δημόσιο χρέος (450 δις ευρώ περίπου), με το καθεστώς κατοχής που εισήγαγε η κυβέρνηση προβλέπεται μέσα στην επόμενη τριετία να πληρώσει το δημόσιο χρέος εξολοκλήρου (ως τοκοχρεολύσια δηλ.) άλλη μια φορά! Παρά την αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων που αναφέρθηκαν, την τελευταία μόνο δεκαετία το χρέος αυξήθηκε κατά 155 δις ευρώ! Επιπρόσθετα, ενώ σήμερα το χρέος είναι στο 115% του ΑΕΠ, το 2013 αναμένεται ότι θ’ ανέβει στο 149%! Το χρέος δηλ. προβλέπεται να αυξηθεί μέσα στην ερχόμενη τριετία κατά 100 δις ευρώ περίπου.
Τι σημαίνουν τα προηγούμενα; Ότι παρά τη δήθεν «ενίσχυση» των 110 δις ευρώ από το μηχανισμό ΔΝΤ-ΕΚΤ-ΕΕ (στο βαθμό που αυτά δοθούν) όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αποπληρωμής του χρέους, αλλά το επιδεινώνουν. Ενδεικτικά, πρέπει να τονιστεί ότι για κάθε 1% μείωση των δημοσίων δαπανών που προβλέπεται με βάση το «μνημόνιο», αναμένεται ότι θα υπάρξει πτώση της συνολικής ζήτησης της χώρας (σε προϊόντα και υπηρεσίες) κατά 2,5% του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε εκτίμηση για καθίζηση της ελληνικής οικονομίας και πτώση του ΑΕΠ της χώρας την ερχόμενη τριετία από 25 έως και 30 μονάδες! Γεγονός που θα σημάνει ραγδαία άνοδο της ανεργίας (πάνω από 25%) και κλείσιμο μεγάλου αριθμού μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Το «φάρμακο», λοιπόν, που επιλέχθηκε από την κυβέρνηση μπορεί ν’ αποδειχτεί σύντομα ότι είναι χειρότερο και πιο «θανατηφόρο» από την ίδια την ασθένεια!
Μπορεί να υπάρξει άλλος «δρόμος»;
Μπορεί! Πώς; Μέσα από την άμεση παύση πληρωμών του δημόσιου εξωτερικού χρέους και των ληστρικών τοκοχρεολυσίων προς τους κάθε λογής (ντόπιους και ξένους) δανειστές μας. Κάτι τέτοιο θα συνεπάγεται την εξοικονόμηση από το ελληνικό δημόσιο πάνω από 80 δις ευρώ που είμαστε αναγκασμένοι να καταβάλουμε κάθε χρόνο στους δανειστές μας και για τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να δανειζόμαστε συνεχώς, διογκώνοντας το δημόσιο χρέος.
Στο σημείο αυτό η κυβέρνηση δε λέει την αλήθεια όταν επιχειρεί να ταυτίσει το αίτημα για παύση πληρωμών με την πτώχευση της χώρας, η οποία έτσι ή αλλιώς προετοιμάζεται. Στο παραπλανητικό επιχείρημα, λοιπόν, ότι, σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο, «δε θα έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις» τα στοιχεία δείχνουν ακριβώς το αντίθετο : το 97% όσων δανειστήκαμε την τελευταία δεκαετία πήγαν στην εξυπηρέτηση παλιότερων δανείων και μόλις το 3% κάλυψε ελλείμματα του δημοσίου. Αντίθετα, αν φύγει η εξυπηρέτηση των ληστρικών δανείων, οι πραγματικές δανειακές ανάγκες της χώρας είναι ασήμαντες. Για παράδειγμα, το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε για το 2009 σε αποδοχές και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, σε ασφάλιση, περίθαλψη, κοινωνική προστασία και λειτουργικές δαπάνες συνολικά 59,1 δις ευρώ, ενώ για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους δαπάνησε συνολικά 84,1 δις ευρώ! Επίσης, με βάση τον τρέχοντα προϋπολογισμό, που έχει ήδη ανατραπεί προς το χειρότερο, οι πληρωμές τόκων (12,3 δις ευρώ) είναι διπλάσιες από τις πληρωμές συντάξεων (6,4 δις), ενώ τα χρεολύσια (29,1 δις) ξεπερνούν τις δαπάνες προσωπικού (26,5 δις)!
Η μονομερής παύση πληρωμών έχει γίνει αρκετές φορές σε πολλές περιπτώσεις ανεξάρτητων κρατών τα προηγούμενα χρόνια (Ρωσία του Λένιν το 1917, Βενεζουέλα το 2001, Αργεντινή το 2003, Βολιβία το 2004, Εκουαδόρ το 2008). Αυτή μπορεί να γίνει μέσω της χρήσης από μια ανεξάρτητη χώρα της διεθνούς νομολογίας περί «απεχθούς χρέους» (“odious debt”). Ενός χρέους δηλαδή παράνομου, που έχει προκύψει και αποτελεί προϊόν διαφθοράς, ρεμούλας και διασπάθισης δημόσιου χρήματος και κερδοσκοπίας. Όλες οι προαναφερθείσες περιπτώσεις ισχύουν στην περίπτωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, συνυπολογίζοντας μόνο τα σκανδαλώδη ποσά που αποδεδειγμένα πλέον πληρώθηκαν σε πολυεθνικές (τύπου Siemens) και έχουν αυξήσει διαχρονικά το δημόσιο χρέος, όπως και τα 13 περίπου δις ευρώ που έχει «δωρίσει» η κυβέρνηση στα κερδοσκοπικά κυκλώματα τους τελευταίους μόνο μήνες, μέσα από τα αυξημένα επιτόκια που δανείστηκε και τις ενέργειές της για δήθεν «αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας στις αγορές». Επίσης, μιλάμε για ένα παράνομο και απεχθές χρέος, στο βαθμό που το χρέος αυτό προήλθε μέσα από μια απίστευτη διαφθορά δωσίλογων ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίες «λαδώνονταν» από πολυεθνικές επιχειρήσεις για ν’ αγοράζουν υποβρύχια που «γέρνουν», βαγόνια που δεν ταίριαζαν στις σιδηροδρομικές γραμμές ή υπερτιμολογημένα και άχρηστα τηλεπικοινωνιακά και οπλικά συστήματα. Είναι καιρός να ξεκαθαριστεί ότι το σημερινό χρέος δεν το δημιούργησε ο λαός και τα δανεικά δε χρησιμοποιήθηκαν προς όφελός του.
Σε διαφορετική περίπτωση, η αποπληρωμή του χρέους θα καταλήξει σε πληρωμή δίχως τέλος, όπως έχει αποδειχτεί με το χρέος των χωρών της Λατινικής Αμερικής, το οποίο μεταξύ των ετών 1970 και 2006 αυξήθηκε κατά 25 φορές, ενώ ταυτόχρονα το αρχικό χρέος πληρώθηκε 91 φορές! Γεγονός που αποδεικνύει ότι ο μηχανισμός του χρέους, ο οποίος βασίζεται στη γενική αρχή ότι το χρέος (με τον τρόπο που παράγεται και ανατροφοδοτείται-ανατοκίζεται) δεν αποπληρώνεται ποτέ αλλά μόνο αναχρηματοδοτείται, αποτελεί μια βαθιά παγίδα, όπου μπορεί μια χώρα να βουλιάζει συνεχώς (π.χ. Αργεντινή, χώρες Αφρικής) κι απ’ την οποία πολύ δύσκολα μπορεί να ξεφύγει, αν δεν αποφασίσει να συγκρουστεί με όλο το πλέγμα των καπιταλιστικών μηχανισμών που δημιουργούν το χρέος και το συντηρούν. Άλλωστε, ο «χειρισμός» των χρεών αρκετών χωρών από διεθνείς οργανισμούς όπως το ΔΝΤ έχει ιστορικά δείξει ότι το χρέος έχει αποτελέσει έναν τεράστιο μηχανισμό μεταφοράς και κλοπής πόρων από τις φτωχές και λιγότερο αναπτυγμένες χώρες προς τις πιο προηγμένες και πλούσιες.
Επίσης, ότι το χρέος δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και πολιτικό μέσο και εργαλείο επιβολής δημοσιονομικής πολιτικής λιτότητας, αντεργατικής και αντιασφαλιστικής πολιτικής (άρα, εργαλείο βίαιης αναδιανομής κοινωνικού πλούτου εντός της κάθε χώρας υπέρ των αστικών κοινωνικών στρωμάτων), καθώς και πρόσχημα για γενικό ξεπούλημα-ιδιωτικοποίηση (μέσω, κυρίως, των απαιτήσεων από οργανισμούς σαν το ΔΝΤ) του συνόλου των πλουτοπαραγωγικών πηγών και υποδομών μιας χώρας. Από όλα αυτά ο μεγάλος χαμένος είναι ο κόσμος της εργασίας, οι νέοι άνθρωποι, οι συνταξιούχοι και οι άνεργοι, ενώ ο μεγάλος ωφελημένος είναι οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης και του κεφαλαίου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους απαιτείται η δημιουργία ενός ευρύτατου κοινωνικού κινήματος, το οποίο θ’ αρνηθεί την αναγνώριση ενός παράνομου και απεχθούς δημόσιου χρέους που δεν είναι δικό του και θα διεκδικήσει άμεσα την παύση της αποπληρωμής του. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας στόχευσης, οποιαδήποτε συζήτηση (από την κυβέρνηση και τους κυρίαρχους πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους) περί «αναδιαπραγμάτευσης, παράτασης της αποπληρωμής ή ‘κουρέματος’ του χρέους») θα πρέπει ν’ απορριφθεί ως παραπλανητική και πολλαπλά επικίνδυνη για ακόμη μεγαλύτερη και πιο μακροπρόθεσμη υποθήκευση της χώρας και των εργαζομένων της. Τόσο η σημερινή κυβέρνηση όσο και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν τη χώρα, συμμετείχαν στη δημιουργία και το «φούσκωμα» του χρέους, λαμβάνοντας (ως αντάλλαγμα) μίζες και «χορηγίες» και, ουσιαστικά, διασφαλίζοντας την παραμονή τους στην εξουσία. Κατά συνέπεια, η σημερινή κυβέρνηση και το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό αποτελεί βασικό παράγοντα δημιουργίας του προβλήματος του δημόσιου χρέους. Η τύχη του είναι δεμένη με την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων (εντός και εκτός της χώρας) και δεν μπορεί (λόγω αυτής της θέσης του) να θέσει την παύση της αποπληρωμής του.
Στο ερώτημα σχετικά με το «πώς θα μπορούμε στη συνέχεια να δανειστούμε ως χώρα για να καλύψουμε το έλλειμμα του κράτους», αν κηρύξουμε μονομερή παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους, η απάντηση είναι πως η διεθνής και ντόπια κερδοσκοπία δεν αποτελούν τη μόνη πηγή δανεισμού μιας χώρας. Κάποιες πρόσκαιρες και μεσοπρόθεσμες δανειακές ανάγκες μπορούν κάλλιστα να καλυφθούν από το εσωτερικό (μέσα από την έκδοση από το ελληνικό δημόσιο λαϊκού ομολόγου, το οποίο θα μπορούν ν’ αγοράσουν το σύνολο των ελλήνων αποταμιευτών και καταθετών), καθώς και με όπλο το δικό μας εθνικό νόμισμα (δραχμή), όπως γινόταν για δεκαετίες πριν μπει η χώρα στη ζώνη του ευρώ, χωρίς αυτή να κινδυνεύει με χρεοκοπία.
Το προηγούμενο θα οδηγήσει στην ανάγκη κρατικοποίησης των τραπεζών και τη μεταστροφή τους από ιδρύματα ληστρικής εκμετάλλευσης των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε μοχλούς αναδιοργάνωσης και στήριξης ενός δημοκρατικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας (αγροτικής και βιομηχανικής). Ευρύτερος στόχος είναι το σταδιακό πέρασμα της ιδιοκτησίας και της χρήσης των μέσων παραγωγής (π.χ. εργοστασίων και μονάδων παραγωγής που κλείνουν) στα χέρια των ίδιων των εργαζομένων. Στην οργάνωση δηλ. και λειτουργία κάθε είδους επιχειρήσεων, όπου οι εργαζόμενοι δεν παράγουν απλώς προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά αναλαμβάνουν επίσης το ρόλο του συλλογικού εργοδότη και αποφασίζουν πλέον τι και πώς θα παράξουν καθώς και πώς θα διαθέσουν τα αποτελέσματα της εργασίας τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να γίνει εφικτή η θωράκιση της ελληνικής οικονομίας από τον κερδοσκοπικό εκβιασμό των τραπεζών καθώς και ο δραστικός έλεγχος από το ελληνικό δημόσιο στην κίνηση των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων, ώστε να προστατευτεί η κοινωνία από την ασυδοσία των αγορών. Επίσης, έτσι θα μπορέσει να επιτευχθεί ριζική στροφή στην παραγωγική διάρθρωση της χώρας σε δημοκρατικά και κοινωνικά ελεγχόμενη κατεύθυνση (από την κοινότητα των εργαζομένων κι όχι από μια «χούφτα» επιχειρηματιών που επιδιώκουν το κέρδος).
Εξάλλου, πρέπει να γίνει σαφές πως το οικονομικό έλλειμμα του κράτους δεν είναι εγγενές στοιχείο του ελληνικού κράτους, αλλά αυτό δημιουργείται και συνυπάρχει με το συγκεκριμένο κεφαλαιοκρατικό-παρασιτικό μοντέλο κράτους, το οποίο (χρόνια τώρα) επιδίδεται σε «τάισμα» των κρατικοδίαιτων επιχειρηματικών ομίλων και των μεγαλοεργολάβων, στην παροχή παχουλών «πακέτων ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας», σε εκτεταμένη φοροασυλία και απαλλαγή του κεφαλαίου από εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, σε αναθέσεις και κατασκευές υπερκοστολογημένων δημόσιων έργων, στη μεθοδευμένη εγκατάλειψη και παράδοση κερδοφόρων τομέων και δημόσιων επιχειρήσεων σε ιδιωτικά χέρια κ.λπ.
Όσα αναφέρθηκαν νωρίτερα θα μπορέσουν να βάλλουν τις βάσεις για μια αυτοδύναμη και συνολική παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας, παράλληλα με την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη και, φυσικά, την Ε.Ε. Μόνο έτσι θα μπορέσει να αποδεσμευτεί η χώρα από τις καταστροφικές, για την αγροτική της παραγωγή, συμβάσεις που έχει υπογράψει και οι οποίες έχουν οδηγήσει από το πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων πριν την είσοδό μας στην ΕΟΚ (τέλη της δεκαετίας του 1970) στο σημερινό ελλειμματικό ισοζύγιο αγροτικής παραγωγής και στην καταστροφή πλέον του αγροτικού παραγωγικού ιστού της Ελλάδας. Είναι, άλλωστε, πασίγνωστο πως η ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ οδήγησε σε έναν εξασθενημένο παραγωγικό μηχανισμό, ο οποίος εντάχθηκε στην περιφέρεια της Ευρώπης και, κυρίως, της Γερμανίας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν το ελληνικό κεφάλαιο, αδυνατώντας ν’ ανταγωνιστεί τις χώρες του κέντρου, να δώσει βάρος στην εγχώρια ψευτο-κατανάλωση, η οποία βασίστηκε στον υπέρογκο δανεισμό (ιδιωτικό και δημόσιο). Η στρατηγική αυτή του ελληνικού κεφαλαίου απέτυχε παταγωδώς, διότι η παραγωγική υποχώρηση της εγχώριας οικονομίας δημιούργησε τελικά ελλείμματα και χρέη, τα οποία δεν μπορούν πλέον να υποστηριχτούν και έχουμε το πρόβλημα που συζητάμε σήμερα. Ενδεικτικά, στα χρόνια της συμμετοχής της χώρας μας στην Ε.Ε. το δημόσιο χρέος από 27% το 1980, έφτασε στα 80% το 1990 και σήμερα στο 115%. Όσο για το περιβόητο επιχείρημα ότι «έχουμε πάρει λεφτά από τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε.», αρκεί ν’ αναφερθεί ότι η χώρα μας πήρε περίπου 50 δις ευρώ από τα διάφορα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (σε μια 20ετία). Το ίδιο διάστημα μόνο οι εισαγωγές γερμανικών προϊόντων μάς κόστισαν 6 δις ευρώ το έτος, ενώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ, το 42% των κοινοτικών πόρων που διατίθενται στην Ελλάδα επιστρέφεται στα ισχυρά κράτη (Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία), μέσω των μονοπωλιακών κατασκευαστικών επιχειρηματικών ομίλων που αναλαμβάνουν τα υπερκοστολογημένα δημόσια έργα στη χώρα μας. Σύμφωνα δε με τα υπάρχοντα στοιχεία, για κάθε 100 ευρώ κοινοτικών κονδυλίων, το δημόσιο χρέος αυξανόταν κατά 250 ευρώ. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι τι ποσά ευρωπαϊκών κονδυλίων έχουν εισρεύσει στην Ελλάδα, αλλά πού δαπανήθηκαν αυτά και, κυρίως, ποιες επιπτώσεις και αποτελέσματα είχαν στον τρόπο ζωής και στα εισοδήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας των ελλήνων εργαζομένων. Για παράδειγμα, η κατασκευή των «μεγάλων ολυμπιακών έργων», τα οποία «ξεκοκάλισαν» τεράστιο μέρος κοινοτικών κονδυλίων και «φούσκωσαν» το δημόσιο χρέος, προσδιορίστηκε από τις λαϊκές ανάγκες ή τα συμφέροντα των εργολάβων και του κεφαλαίου; Ποιος επωφελήθηκε, τότε και τώρα, από τα έργα αυτά;
Η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή στη δραχμή θα φέρει υποτίμηση, τονώνοντας έτσι την παραγωγή και την εξαγωγική δυνατότητα της χώρας. Πιθανό πλήγμα στο εργατικό εισόδημα, εξαιτίας μιας τέτοιας υποτίμησης, μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί με πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος υπέρ των εργαζομένων, μέσα από την αύξηση της φορολογίας στις επιχειρήσεις. (Μόνο την τετραετία 2004-2008 από τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των κερδών χαρίστηκαν στις μεγαλοεπιχειρήσεις 5,1 δις, ενώ οι 10.000 υπεράκτιες εταιρείες διακινούν γύρω στα 500 δις, από τα οποία το ελληνικό δημόσιο χάνει κάθε χρόνο από φόρους 6 δις ευρώ!)
Κυρίως όμως η υποτίμηση αυτή μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί μέσα από τη γρήγορη παραγωγική ανάπλαση της χώρας και τη μείωση της ανεργίας. Άλλωστε, η Ελλάδα πριν μπει στη ζώνη του ευρώ, σε όλη την μεταπολεμική περίοδο, υπέστη και, μάλιστα, με τους χειρότερους όρους, 12 επίσημες υποτιμήσεις της δραχμής χωρίς ποτέ να οδηγηθεί στη χρεοκοπία!
Το σύνολο των εργαζομένων είναι ανάγκη ν’ αντιληφθεί πως η ντόπια ολιγαρχία, με πολιτικό μοχλό τη σημερινή κυβέρνηση, έχει εναποθέσει την ύστατη ελπίδα της στην ανασυγκρότηση ενός ασφυκτικού (για τον κόσμο της εργασίας) και χρεοκοπημένου οικονομικού και κοινωνικού συστήματος. Επιχειρούν να μετατρέψουν τη χώρα σε πραγματική αποικία των διεθνών αγορών, των τραπεζών και των κερδοσκόπων υπό την εποπτεία του ΔΝΤ και της ΕΕ («να κάνουν την κρίση ευκαιρία», όπως συχνά-πυκνά λένε). Η μάχη που καλούμαστε να δώσουμε όλοι οι εργαζόμενοι, οι μικρομεσαίοι αυτοαπασχολούμενοι, οι νέοι, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι συνδέεται στενότερα παρά ποτέ με τις προοπτικές της χώρας μας. Περισσότερο από ποτέ απαιτείται η συγκρότηση μιας νέας συμμαχίας κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, η οποία θα μπορέσει να επιβάλλει την παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους, την κρατικοποίηση των τραπεζών και την έξοδο της χώρας μας από την ΕΕ και την ευρωζώνη, ώστε να διασώσουμε τους κοινωνικούς πόρους που ιδιοποιούνται σήμερα οι ντόπιοι και διεθνείς τοκογλύφοι και να δρομολογήσουμε μια γενναία αναδιανομή πλούτου προς όφελος των εργαζομένων όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά ως βασική προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε άλλη ταξική και οικονομική βάση. Σε μια τέτοια προσπάθεια θέλουν και επιχειρούν να συμβάλλουν οι κοινωνικές δυνάμεις του μετωπικού πολιτικού σχήματος της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.
Μόνο έτσι μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία και να οικοδομηθεί ένα ριζικά διαφορετικό κράτος από το μέχρι σήμερα κράτος-φέουδο των υπερκερδών των τραπεζών, της μίζας και της διαφθοράς του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης και, από την άλλη, των ατέλειωτων ελλειμμάτων, των χρεών και της λιτότητας για τους εργαζόμενους. Η έξοδος της χώρας μας από την ΕΕ και την ΟΝΕ θα πυροδοτήσει ντόμινο ανάλογων κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων διάλυσης της ήδη ετοιμόρροπης Ευρώπης των τραπεζιτών και του κεφαλαίου και απελευθέρωση των ευρωπαίων εργαζομένων από το σύγχρονο καθεστώς δουλείας που ετοιμάζεται και γι’ αυτούς. Οφείλουμε ν’ απαρνηθούμε το μύθο της «εθνικής οικονομίας» που παρουσιάζεται σαν ένα καράβι στο οποίο δήθεν «είμαστε όλοι μέσα», χωρίς να έχουμε διαφορετικά συμφέροντα και ταξικά άνιση κατανομή του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου. Ακόμη κι αν δεν χρεοκοπήσουν τα δημόσια οικονομικά (που βρίσκονται υπό καθεστώς χρεοκοπίας), έχει ήδη χρεοκοπήσει το εργατικό εισόδημα, ενώ το κεφάλαιο και οι μεγαλοεπιχειρηματίες έχουν ήδη φροντίσει να διασφαλιστούν, μεταφέροντας τις δραστηριότητες ή τις καταθέσεις τους αλλού.
Η συνέχιση της πολιτικής της κυβέρνησης (με τη συνδρομή του ΔΝΤ) φέρνει όλο και πιο κοντά την κήρυξη επίσημης πτώχευσης της χώρας. Εξέλιξη η οποία, αν δεν ανακοπεί, θα οδηγήσει σε οδυνηρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας. Η σημερινή κυβέρνηση κατοχής δε θέλει να παίξει έναν άλλον ρόλο. Έχει ήδη παραδώσει τα κλειδιά της χώρας μας στις αγορές και στους διεθνείς κερδοσκόπους. Η παράταση της παραμονής της στην εξουσία οδηγεί σε μεγαλύτερη αποικιοκρατική υποθήκευση της χώρας μας σε ντόπια και ξένα τραπεζικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, τα οποία η κυβέρνηση υπηρετεί. Γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη ν’ ανατραπεί «από τα κάτω και τ’ Αριστερά», μέσα από την ανάπτυξη ενός μαζικού και πολύμορφου εργατικού κινήματος, το οποίο θα επιβάλλει οικονομική και κοινωνική διέξοδο, μέσα από την προβολή και υποστήριξη πραγματικά απελευθερωτικών και δημοκρατικών αιτημάτων πάλης, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν.*
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΡΕΨΕΙ ΤΟ «ΒΕΛΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ» ΣΕ ΑΛΛΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ
Η ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ-ΕΕ-ΔΝΤ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΑΣ
ΚΑΤΩ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΑΤΟΧΗΣ – ΕΞΩ ΤΟ ΔΝΤ ΑΠΟ ΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ
* Για μια αντίπαλη πληροφόρηση, σχετικά με τα αίτια της οικονομικής κρίσης και προτεινόμενες διεξόδους σαν κι αυτές που προαναφέραμε, μπορεί να δει κανείς άρθρα, αναλύσεις, συνεντεύξεις (από πανεπιστημιακούς, διανοούμενους, οικονομολόγους και δημοσιογράφους) στις ιστοσελίδες :
http://youpayyourcrisis.blogspot.com, www.aformi.wordpress.com, www.antarsya.org, www.prin.gr